ΚΑΣΤΡΙ
Η καταπίεση των Κολλήγων –
Θύμα του τσιφλικισμού ο Νικόλαος
Παπασταμάτης
[από το βιβλίο του
Χρήστου Ν. Καραγεωργίου «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΣΙΦΛΙΚΙΩΝ ΤΗΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ»]
Τα χαρακτηριστικά υπολείμματα του τσιφλικισμού σώζονται
ακόμη και σήμερα στο Καστρί. Μερικά σπιτάκια πρωτόγονα που ανήκαν στον αφέντη
και που τα είχε χτίσει για να μένουν οι κολλήγοι. Και ακόμη κάμποσες
εκατοντάδες στρέμματα γης που τα εκμεταλλεύεται ο απόγονος και εγγονός του
αρχικού τσιφλικούχου δικηγόρος Λαμίας Κωστάκης Τσάλης, καθώς και το Τσαλαίϊκο
αρχοντικό καμμένο επί Γερμανικής κατοχής το 1942 και ερειπωμένο με τις αχυρώνες
του και τα υποστατικά του επάνω στο λόφο που δεσπόζει του χωριού κι’ αγναντεύει
το φιδίσιο ξετύλιγμα του Σπερχειού, στις όχθες του οποίου βρίσκεται χτισμένο το
Καστρί.
Επί πλέον
ένα πηγάδι
στο κέντρο της πλατείας του χωριού, μπρος σχεδόν στο κοινοτικό κατάστημα, έχει
μια πλάκα που φέρει το όνομα του παληού τσιφλικούχου. Η πινακίδα αυτή γράφει:
«Κ. Τσάλης, 1986»
Τούτο μαρτυράει ότι το Καστρί γίνηκε τσιφλίκι αμέσως μετά
την εγκατάλειψη της περιοχής από τους Τούρκους. Ο Μπέης Νεάνι φέρεται σαν
πωλητής στους Τσαλαίους όλης της αγροτικής εκτάσεως που αποτελεί σήμερα τη
διοικητική περιφέρεια της κοινότητος Καστρίου. Τούτο μπορεί να έγινε γύρω στο 1840-1850.
Η μοίρα των κολλήγων κι’ εδώ είναι κοινή όπως σ’ όλα τα
τσιφλίκια. Ο τσιφλικούχος είναι αληθινό αφεντικό μ’ απεριόριστα δικαιώματα που
του τάδινε η κρατούσα νομοθεσία, η προσωπική του δύναμη σαν παράγοντα και η
επιρροή που μπορούσε να εξασκήση στις αρχές και στους πολιτικούς αφού οι
κολλήγοι ερμηνευόντουσαν σαν ψήφοι στη διάθεσή του. Όποτε ήθελε πέταγε τον
κολλήγα από το χωράφι χωρίς να του δώση καμμιά αποζημίωση και χωρίς συνέπεια
εις βάρος του και τον έδιωχνε από το σπίτι που καθόταν αυτόν και την οικογένειά
του και τους έρριχνε στους πέντε δρόμους.
Διηγούνται πολλά για προσκυνήματα των κολλήγων στον αφέντη
Τσάλη, είτε έπεφταν σε παραπτώματα κατά τον φεουδαλικό άγραφο κώδικα είτε όχι
και τούτο για να δηλώσουν την υποταγή τους και να εξασφαλίσουν το έλεος και τη
φιλευσπλαχνία του.
Ιδιότητες αυτές ανύπαρκτες κατά κανόνα στον άνθρωπο που βρέθηκε ιδιοκτήτης μιας τεράστιας γης που εξουσίαζε αυτήν και τους ανθρώπους που γεννιούνταν επάνω της.
Ιδιότητες αυτές ανύπαρκτες κατά κανόνα στον άνθρωπο που βρέθηκε ιδιοκτήτης μιας τεράστιας γης που εξουσίαζε αυτήν και τους ανθρώπους που γεννιούνταν επάνω της.
Γι’ αυτό ακριβώς, εξ αιτίας της σκληρότητας και της πλεονεξίας
γι’ αρπαγή και πλουτισμό του αφέντη, το Καστρί επλήρωσε με αίμα την απαλλαγή
του από το αρπακτικό χέρι του τσιφλικά
Το αίμα χύθηκε το 1924 με θύμα τον κολλήγα Νικόλαο
Παπασταμάτη, εξάδελφο του επιζώντος σήμερα Αθανασίου Παπασταμάτη που έκανε και
πρόεδρος της Κοινότητος το 1955
Δράστης ήταν ο Κώστας Σκόντρας, επιστάτης του Τσάλη ο οποίος
στο ζήλο του για την προστασία των συμφερόντων του αφεντικού του τον σκότωσε
για ένα κιλό καλαμπόκι (20 οκάδες)
Το αγροτικό αίμα πότισε τη γη του Καστρίου και θα μείνη
αιώνια ανάμνηση της δουλείας που έζησαν οι κάτοικοι του χωριού μέχρι που να
πάρουν ιδιόκτητο γεωργικό κλήρο
Ο Σκόντρας δικάστηκε, πήγε φυλακή και βγήκε ύστερα από ολίγα
χρόνια γιατί προσβλήθηκε ανεπανόρθωτα η υγεία του και πέθανε.
Σ’ αυτό το σημείωμα για το Καστρί πρέπει να προστεθή ότι η
κατάθλιψη των γεωργών από τον αφέντη έφθασε σ’ όλες τις εκδηλώσεις των σχέσεων
που αφορούσαν την καλλιέργεια
Ο αφέντης με το δικαίωμα εισπράξεως του 1/3 από την σοδειά
και τα αγροφυλακιάτικα, τα ποτίσματα κλπ. που κράταγε απ’ τους κολλήγους,
έφτανε να παίρνη το μισό ή και το πιο πολύ της παραγωγής.
Κάτι όμως ακόμη συνέβαινε και το εισόδημα του γεωργού
γινόταν πιο πενιχρό απ’ ότι θα μπορούσε να είναι.
Η καλλιέργεια γινόταν ελλειπής. Η πλεονεξία του αφέντη, τον
έκανε κι’ ενοίκιαζε τα καλοκαίρι τα χωράφια για βοσκή κι’ έτσι η σπορά γινόταν
μ’ ένα κατευθείαν όργωμα, το οποίο φυσικά δεν ευνοούσε ποσοτική απόδοση.
Επί πλέον ο αφέντης απαγόρευε στους κολλήγους να βόσκουν τα
ζώα τους στο λειβάδι. Έτσι ο μόνος τόπος που τους απέμεινε για βοσκή ήταν τα
Βαρκά, λίγες εκατοντάδες στρέμματα στην ακροποταμιά, που σήμερα καλλιεργούνται
κυρίως με φασολάκια.
Για να δείξουμε τη σκληρότητα του τσιφλικά προς τους
γεωργούς αναφέρομε τα εξής:
Το χωριό σχεδόν καλλιεργούσε μονάχα καλαμπόκια κι’ όταν ήσαν
έτοιμα πια στα αλώνια, συγκεντρώνονταν σε σωρούς κι εκεί αποβραδύς ο επιστάτης
τα εσφράγιζε με το σήμα του αφέντη. Ένα εργαλείο ξύλινο που το επίεζαν στην
επιφάνεια του σωρού, ώστε να μη τολμά κανείς να κλέψη, γιατί τούτο θα φαινόταν,
αφού όποιος επιχειρούσε κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να ξαναφτιάξη το χαλασμένο
σήμα
Ένα ακόμη περιστατικό δείχνει την αναλγησία του
τσιφλικούχου. Ο Αθ. Δημητρίου είχε πάρει κάποτε 12 κιλά σπόρο από τον
αφέντη να σπείρη και πρόσθεσε και άλλα 3 δικά του. Δηλαδή έσπειρε συνολικά 15 κιλά. Η χρονιά πήγε στραβή
και όλη όλη η παραγωγή του ήταν 12
κιλά, δηλαδή 3 κιλά λιγώτερο απ΄ ότι έσπειρε. Ο αφέντης παρ’
όλες τις παρακλήσεις του γεωργού, του τα πήρε όλα, ενώ αυτός τίποτε.
Την εποχή του τσιφλικιού το χωριό αυτό είχε μόνο 27
οικογένειες. Σήμερα έχει 120, που έγιναν μετά την απαλλοτρίωση, δηλαδή μετά το
1925, οπότε άρχισε και να οικοδομείται το σημερινό χωριό με τα σπίτια που
υπάρχουν τώρα και κυρίως μετά το 1930.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου